Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

Ο Άδης και ο κάτω κόσμος



Όλοι σχεδόν οι λαοί της αρχαιότητας τοποθετούσαν το τόπο των νεκρών , τον Άδη , το λεγόµενο « Κάτω Κόσµο », βαθιά µέσα στο εσωτερικό της γης , µε το τόπο τιµωρίας των αµαρτωλών ή κόλαση στο κέντρο της.
Οι τόποι αυτοί δεν είχαν µία µόνο αφηρηµένη ή µεταφυσική σηµασία , αλλά και µία εντελώς υλική , δηλαδή µε ειδικές υποχθόνιες εγκαταστάσεις και διαµερίσµατα που προϋπόθεταν βέβαια ότι ένα τουλάχιστον τµήµα βαθιά µέσα στη γη ήταν κούφιο, τουλάχιστον για να φιλοξενεί τα παλάτια των βασιλέων και των κριτών του Άδη.

Η Σουµεριακή λέξη για τον Κάτω Κόσµο ήταν Κουρ, που σήµαινε επίσης « Βουνό » και « Ξένη Χώρα », υπαινισσόµενη ήδη αρκετά µε τις δυο επιπρόσθετες αυτές σηµασίες της. Ο Κάτω Κόσµος βρίσκεται για τους Σουµερίους κάτω από την επιφάνεια της Γης, αλλά πάνω από τα καταχθόνια ύδατα , τη µεγάλη άβυσσο. Ο δρόµος προς αυτόν περνούσε « µέσα από βουνά » και ήταν στριφογυριστός. Ήταν ο « δρόµος του άρµατος » και « ο δρόµος χωρίς γυρισµό ». Στο Έπος του Γιγαλµές ο σύντροφος και αγαπηµένος φίλος του Γιγαλµές, ο Εκιντού, πήγε ζωντανός στο « ταξίδι που δεν έχει γυρισµό » για να ξαναφέρει ένα χαµένο θησαυρό. Το ταξίδι του όµως στάθηκε µοιραίο . Αυτός έσπασε µε τη θέλησή του όλα τα ταµπού και ο Άδης τον κράτησε για πάντα κοντά του. Η µόνη επιστροφή που του επετράπη ήταν το φάντασµά του. 

Υπάρχει ένα σηµείο στο Έπος του Γιγαλµές, που φαίνεται να µιλάει για µια κούφια γη : 

Κι έτσι ο Γιγαλµές έφτασε σε εκείνο το ψηλό βουνό που το λένε Μασού , το βουνό που κρατάει την ανατολή και τη δύση του ήλιου. Η διπλή του κορυφή είναι ψηλή ως τα τείχη του ουρανού. Και οι θηλές του µπαίνουν βαθιά στο Κάτω Κόσµο. Την πύλη του την φύλαγαν οι σκορπιοί : µισοί άνθρωποι και µισοί δράκοι. Η δόξα τους είναι τροµερή. Η µατιά τους φέρνει το θάνατο στους ανθρώπους. Ο φωτεινός τους φωτοστέφανος λαµποκοπάει στο βουνό που φυλάει τον ανατέλλοντα ήλιο. Όταν τους αντίκρισε ο Γιγαλµές σκέπασε αµέσως τα µάτια του. Ύστερα πήρε κουράγιο και πλησίασε. Όταν τον είδανε να πλησιάζει άφοβα, ο Άνθρωπος - Σκορπιός είπε στο σύντροφό του : « Αυτός εκεί που έρχεται κατά δω είναι από θεϊκή σάρκα ». Και ο σύντροφος του Ανθρώπου Σκορπιού του είπε : « κατά τα δύο τρίτα είναι θεός και κατά το ένα τρίτο άνθρωπος ». Και τότε φώναξαν στο παιδί των θεών : « Γιατί κάνατε ένα τόσο µεγάλο ταξίδι, διασχίζοντας τα επικίνδυνα νερά; Πες µου για πιο λόγο έφτασες εδώ ;» Κι ο Γιγαλµές απάντησε : « Για χάρη του Εκιντού ..... Ο Άνθρωπος - Σκορπιός άνοιξε το στόµα του και είπε στο Γιγαλµές « Κανένας άνθρωπος που γεννήθηκε από γυναίκα δεν κατόρθωσε αυτό που γυρεύεις . Κανείς θνητός δεν µπήκε στο βουνό. Το µήκος του είναι δώδεκα λεύγες σκοτεινιά. Και δεν υπάρχει φως σε αυτό το χώρο. Η καρδιά πνίγεται από τη σκοτεινιά. Από την ανατολή µέχρι τη δύση του ηλίου δεν υπάρχει φως ». Ο Γιγαλµές είπε : « Κι αν ήτανε να πάω στη λύπη και στο πόνο αναστενάζοντας και κλαίγοντας, θα πήγαινα. Άνοιξε λοιπόν τη πύλη του βουνού ». Και ο Άνθρωπος - Σκορπιός είπε : « Προχώρησε Γιγαλµές, σου επιτρέπω να περάσεις µέσα από το βουνό Μασού και µέσα από την υψηλή τάξη ».... 

Και ο Γιγαλµές ακολούθησε το δρόµο του ήλιου προς την Ανατολή µέσα από το βουνό  Όταν προχώρησε µια λεύγα (7,4 περίπου χιλιόµετρα ) η σκοτεινιά έγινε γύρω του πυκνή, γιατί δεν είχε φως και δεν µπορούσε τίποτα µπροστά και πίσω του να δει ... Στην ένατη λεύγα ένιωσε κατάµουτρα το βοριά, αλλά η σκοτεινιά ήταν πυκνή, φως δεν υπήρχε πουθενά και δεν µπορούσε τίποτα µπροστά και πίσω του να δει. Μετά τη δέκατη λεύγα το τέλος έφτανε. Μετά την ενδέκατη λεύγα φάνηκε το φως της αυγής. Στο τέλος της δωδεκάτης λεύγας πρόβαλε ο ήλιος. Κι εκεί υπήρχε ο κήπος των θεών. Ολόγυρά του ήσαν θάµνοι φορτωµένοι µε πολύτιµα στολίδια ... (« Το Έπος του Γιγαλµές » του Ν . Κ . Σάνταρς , Εκδόσεις Καστανιώτη , Αθήνα 1977) 

Ο Γιγαλµές µπήκε λοιπόν στο βουνό Μασού και αφού προχώρησε µέσα από το απόλυτο σκοτάδι , βγήκε τελικά στον ήλιο ( µήπως σε έναν άλλο ήλιο ;) και σε ένα παραδεισένιο κήπο. Στο βιβλίο τους Η Αυγή των Μάγων, οι Λουί Πάουελς και Ζάκς Μπεργιέ παρατηρούν τα εξής :

Αυτή η ιδέα µιας κούφιας γης συνδέεται µε µια παράδοση που πρόκειται να βρεθεί παντού σε όλη τη διάρκεια των αιώνων. Τα πιο αρχαία θρησκευτικά κείµενα µιλούν για ένα ξεχωριστό κόσµο, κάτω από το φλοιό της γης, που υποτίθετο ότι ήταν ο τόπος κατοικίας των αναχωρηθέντων πνευµάτων. Όταν ο Γιγαλµές, ο µυθικός ήρωας των αρχαίων Σουµεριακών και Βαβυλωνιακών επών, πήγε για να επισκεφθεί το πρόγονό του Ουτναπιστίµ, κατέβηκε στα έγκατα της γης. Και εκεί ήταν που ο Ορφέας πήγε να αναζητήσει τη ψυχή της αγαπηµένης του Ευριδίκης. Ο Οδυσσέας όταν έφτασε στις εσχατιές του ∆υτικού κόσµου, πρόσφερε µια θυσία για να ανέβουν από τα βάθη της γης τα πνεύµατα των Αρχαίων και να τον συµβουλεύσουν. Λέγεται ότι ο Πλούτωνας βασίλευε στο κάτω κόσµο και στα πνεύµατα των νεκρών. Οι ψυχές των καταδικασµένων πήγαιναν να ζήσουν σε σπηλιές κάτω από τη γη. Η Αφροδίτη σε µερικούς Γερµανικούς µύθους εξαφανίσθηκε στα έγκατα της γης. Ο ∆άντης τοποθέτησε τη Κόλασή του στους κατώτερους κύκλους. Στη Ευρωπαϊκή λαϊκή παράδοση οι δράκοντες κατοικούν υπόγεια και οι Ιάπωνες πιστεύουν ότι βαθιά κάτω από το νησί τους κατοικεί ένα τέρας του οποίου οι αναταράξεις είναι η αιτία των σεισµών. 

Τέσσερες αρχαίοι Έλληνες, ήρωες ή ηµίθεοι, επισκέφθηκαν για διάφορους λόγους ο καθένας τους τον Άδη και αντίθετα από τον Εκιντού κατάφεραν να γυρίσουν όλοι σώοι πίσω στην επιφάνεια, στη ζωή. Αυτοί ήσαν ο Ορφέας, ο Ηρακλής, ο Θησέας και ο Οδυσσέας. Ο Ορφέας κατέβηκε για να φέρει πίσω την αγαπηµένη του Ευρυδίκη. Με τα τραγούδια του και τους γλυκείς ήχους της λύρας του µπόρεσε να εξευµενίσει τον Άδη και τη σύζυγό του Περσεφόνη. Στην επιστροφή του όµως προς τον επάνω κόσµο δεν άντεξε και παρά τις εντολές που είχε πάρει από τον Άδη γύρισε να κοιτάξει πίσω του, να δει αν τον ακολουθούσε η αγαπηµένη του - και την έχασε ! Τελικά γύρισε περίλυπος µόνος του στην επιφάνεια. 

Ο Ηρακλής στο δωδέκατο άθλο του που του επέβαλε ο Ευρυσθέας και στο δρόµο της µύησης και θέωσής του προς την αληθινή δόξα της ψυχής του, επισκέφθηκε και αυτός τον Άδη ( Ηρακλής = Ήρα + κλέος, δηλαδή η δόξα της Ήρας, η οποία αντιπροσωπεύει τη ψυχή, απ ’ όπου και ο αναγραµµατισµός της σαν Αήρ. Με άλλα λόγια η ψυχή του Ηρακλή του βάζει τα εµπόδια µέσω του Ευρυσθέα για να ανδραγαθήσει και να δοξαστεί µέσα από τους δώδεκα « ζωδιακούς άθλους » του και τελικά να θεωθεί ). Ο τελευταίος αυτός άθλος του Ηρακλής ήταν να κατεβεί στον Άδη και να φέρει από εκεί το φοβερό τρικέφαλο σκύλο Κέρβερο που φύλαγε τις πύλες του Άδη, απαγορεύοντας στις σκιές να βγουν από αυτόν. Ο Ηρακλής µπήκε στο βασίλειο του Άδη από ένα βάραθρο κοντά στο ακρωτήριο Ταίναρο της Λακωνίας. Κοντά στις πύλες του Άδη βρήκε το Θησέα και τον Πειρίθου, που και οι δυο τους έτειναν τα χέρια τους προς αυτόν πιστεύοντας ότι θα µπορούσε να τους ελευθερώσει µε τη δύναµή του. Πράγµατι ο Ηρακλής ελευθέρωσε το Θησέα, παίρνοντάς τον από το χέρι. Μόλις όµως πήγε να πιάσει το χέρι του Πειρίθου, η γη άρχισε να τρέµει και αποτράβηξε αµέσως το χέρι του. Ο Πειρίθους είχε κάνει το µέγα αµάρτηµα να κατέβει στον Άδη για να αρπάξει την ίδια τη βασίλισσα του Άδη Περσεφόνη. Τελικά ο Ηρακλής συνέλαβε τον Κέρβερο, αφού κατατόξευσε και πλήγωσε και τον ίδιο το Θεό του Άδη και ανακίνησε µεγάλη ταραχή στο βασίλειό του. Κατά µερικούς µάλιστα είχε αποφασίσει να αναστήσει και τους νεκρούς. Τελικά έφερε µαζί του τον Κέρβερο στην επιφάνεια, όπου αφού τον έδειξε στον Ευρυσθέα στη Τροιζήνα, τον ξανακατέβασε στο κάτω κόσµο. 

Ο Θησέας είχε βοηθηθεί από το φίλο του Πειρίθου, βασιλιά των Λαπιθών, στην αρπαγή της νεαρής τότε ωραίας Ελένης από τη Σπάρτη και µε τη σειρά του, µια και είχε ορκισθεί προς αυτό, τον συνόδεψε στον Άδη για να αρπάξουν για χάρη τώρα του Πειρίθου αυτή την ίδια τη σύζυγο του Άδη Περσεφόνη. Η κάθοδός τους στον Άδη έγινε από ένα σηµείο κοντά στο Κολωνό ( ή κατ ’ άλλους στη Τροιζήνα ή στην Ερµιόνη ). Στην αρχή ο βασιλιάς του κάτω κόσµου τους καλοδέχθηκε και τους πρόσφερε ένα θρόνο να καθίσουν . Μόλις όµως κάθισαν, οι σάρκες τους προσκολλήθηκαν στο έδρανο και τους περιτύλιξαν φίδια , για να µη µπορούν να σηκωθούν, ή κατά µια άλλη εκδοχή αυτοί πάλεψαν για να φύγουν , αλλά συνελήφθησαν και δέθηκαν. Είδαµε ήδη πως ο Ηρακλής ελευθέρωσε τελικά µόνο το Θησέα. 

Ο Οδυσσέας, µετά από συµβουλή της Κίρκης, όταν ήταν έτοιµος να την αφήσει µαζί µε τους συντρόφους του, πήγε στον Άδη για να συµβουλευθεί τη ψυχή του τυφλού µάντη Τειρεσία, που είναι ο µόνος στον οποίο αν και νεκρός η Περσεφόνη άφησε τη γνώση και τη σκέψη, ενώ όλοι οι άλλοι νεκροί δεν ήσαν παρά µονάχα σκιές. Ο Οδυσσέας ακολούθησε πράγµατι τις συµβουλές και οδηγίες της Κίρκης και έφτασε στις απώτατες όχθες του ωκεανού, στη χώρα των Κιµµερίων, στην είσοδο του Βασιλείου των Σκιών κι εκεί ακολούθησε ένα καθαρά τυπικό νεκροµαντείας, κάνοντας αντίστοιχες προσευχές και επικλήσεις και σφάζοντας µερικά ζώα πάνω από ένα λάκκο που έσκαψε. Αµέσως οι σκιές βγήκαν από το έρεβος για να έρθουν να πιουν από το αίµα των θυσιασµένων ζώων. Αυτός όµως µε το σπαθί του τις εµπόδιζε να πιουν µέχρι να παρουσιασθεί η σκιά του Τειρεσία. Τελικά ο µάντης του είπε για τα µελλούµενα και του έδωσε τις κατάλληλες συµβουλές για το πως θα επιστρέψει στη πατρίδα του και µετά εξαφανίσθηκε. Στη συνέχεια ο Οδυσσέας µίλησε µε πλήθος άλλων πεθαµένων ηρώων. Τελικά το πλήθος των νεκρών έγινε τόσο µεγάλο και θορυβώδες που ο Οδυσσέας φοβήθηκε µήπως « από τα βάθη του Άδη η αγέλαστη Περσεφόνη του στείλει τη φρικαλέα κεφαλή της Γοργόνας » και χωρίς να χάσει καιρό επιβιβάσθηκε στο πλοίο του µαζί µε τους συντρόφους του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου